Το πρώτο πεζογραφικό βιβλίο και μυθιστόρημα της Καλής Δοξιάδη
Πρώτη καταχώρηση: Σάββατο, 11 Δεκεμβρίου 2021, 08:46
Κόρη του πολεοδόμου και αρχιτέκτονα Κωνσταντίνου Δοξιάδη, ένα από τα τέσσερα παιδιά της πολυμελούς του οικογένειας, η Καλή Δοξιάδη γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε στο κέντρο της πόλης και στην Κηφισιά.
Σπούδασε λογοτεχνία και θέατρο στις ΗΠΑ, όπου και έκανε τη δημοσιογραφική της καριέρα, αποκτώντας παράλληλα στενή επαγγελματική επαφή τόσο με τον πολιτικό όσο και με τον εκδοτικό κόσμο. Στο μεταξύ, η Καλή πέρασε ένα μέρος της παιδικής της ηλικίας στο Μπρισμέιν της Αυστραλίας και έζησε κατά καιρούς στην Καλιφόρνια, στη Βοστώνη, στην Ουάσιγκτον, στη Νέα Υόρκη, αλλά και στη Μαδρίτη. Τα τελευταία χρόνια έχει τακτική και αγαπητική επαφή με την κόρη και τον εγγονό της στην Αγγλία ενώ μένει σε ένα κτήμα το οποίο αγόρασε πριν από πολλά χρόνια στην Κέρκυρα. Εκεί απολαμβάνει τη φύση και ασχολείται καθημερινά με τη μεσογειακή γεωργία και κηπουρική, όπως και με τη μαγειρική. Η σχέση της με τη μαγειρική ήρθε στο φως όταν άρχισε να δημοσιεύει προ αρκετών ετών τις συνταγές της στο protagon.gr επί Σταύρου Θεοδωράκη.
Πλήθος στοιχεία αυτής της πλούσιας βιογραφίας έχουν ενσωματωθεί στο πρώτο πεζογραφικό βιβλίο της Καλής Δοξιάδη, ένα χορταστικό μυθιστόρημα, το οποίο μόλις κυκλοφόρησε με τίτλο «Το σπίτι στα βράχια» από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Τον πρωταγωνιστικό ρόλο εδώ αναλαμβάνει η Ανθή Βελισσάρη, που επιστρέφει στον τόπο της καταγωγής της, την Κέρκυρα, μετά από πολυετή άσκηση της δημοσιογραφίας στο εξωτερικό. Από την πρώτη μέχρι και την τελευταία σελίδα ένα ερώτημα επανέρχεται σταθερά στο βιβλίο. Τι συνέβη τον Αύγουστο του 1949 και για ποιον λόγο κρατήθηκε τόσο καιρό μακριά από την Κέρκυρα η Ανθή όταν έγινε ενήλικη; Ως δεκαπεντάχρονη πάντως η Ανθή έχει τεράστιες και εύλογες απορίες και τρέφεται από μια θηριωδώς δημιουργική περιέργεια την ώρα που δεν υποτάσσεται σε κανέναν και σε τίποτε, υπεραγαπά τη φύση και τα παιχνίδια και δονείται από μιαν ακατάβλητη αισθαντικότητα. Ένα δεύτερο ερώτημα προκύπτει επίσης ευθύς εξαρχής στο μυθιστόρημα, περιβάλλοντας τη δράση με ένα πέπλο μυστηρίου. Ποιο ήταν το πρόσωπο που συναντούσε όταν ήταν μικρή η πρωταγωνίστρια σε μιαν απόκρημνη σπηλιά κοντά στο πατρικό της, τη Βίλα Άνθιμη, και γιατί αυτό το πρόσωπο σημάδεψε τόσο έντονα τον βίο της;
«Το σπίτι στα βράχια» είναι ένα στιβαρό αστικό μυθιστόρημα, ξετυλίγοντας σε αναπεπταμένο πεδίο την ιστορία της οικογένειας της Ανθής, που εξαπλώνεται από την Τεργέστη, τη Βιέννη, την Κωνσταντινούπολη και την Αθήνα μέχρι τη Χίο και το Λονδίνο, με σημείο εκκίνησης τον 19ο αιώνα, και φτάνοντας μέχρι τη νεότερη εποχή. Η πλοκή κινείται συνεχώς (οι χρονικές αναδρομές και μεταπηδήσεις είναι ασταμάτητες) ανάμεσα στο παρόν της Ανθής και στις ποικίλες στιγμές του οικογενειακού παρελθόντος στους πιο διαφορετικούς τόπους της Δύσης και της Ανατολής (ασταμάτητες είναι και οι μετακινήσεις στον χώρο με μια πολυδιάστατη γεωγραφία). Και εν προκειμένω δεν είναι μόνο οι οικονομικές και εμπορικές οικογενειακές δραστηριότητες, αλλά και οι κύκλοι όσων άλλων εμπλέκονται μαζί της, σε μια διαρκή ταλάντωση ανάμεσα στα υποκειμενικά γεγονότα που βιώνει η οικογένεια και στις περιπέτειες της ιστορίας και της πολιτικής στην Ελλάδα: από την προσωπικότητα του Βενιζέλου και τον Εθνικό Διχασμό μέχρι τον Εμφύλιο και τη χούντα του 1967.
Ο κοσμοπολιτισμός, η εμπειρία των πολλαπλών διεθνών περιπλανήσεων, η πολυπροσωπία, η πολυγλωσσία και οι διασυνδεδεμένοι οικογενειακοί κλάδοι (οι συγγενικές σχέσεις και των δύο γονιών της Ανθής) αποτελούν έκτυπα χαρακτηριστικά ενός μυθιστορήματος το οποίο ανασταίνει και σχηματίζει τον αστικό του κόσμο, αντλώντας δεδομένα από όσα καθόρισαν τη ζωή της Δοξιάδη. «Το βιβλίο μιλάει για τον κόσμο στον οποίο γεννήθηκα και μεγάλωσα», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η συγγραφέας, «και η αφήγηση μιλάει για την ατμόσφαιρα της κοινωνικής τάξης εντός της οποίας ανατράφηκα. Αλλά, ξέρετε, τα περί ”αστικού” μού ακούγονται κάπως παράξενα επειδή το ”αστικό” για τη γενιά μου είχε μιαν ιδιαιτέρως αρνητική φόρτιση, ήταν ταυτισμένο με το ”μπουρζουάδικο”. Όπως κι αν είναι εντέλει, στο βιβλίο υπάρχουν σίγουρα η κοσμοπολιτική διάσταση, η πείρα της πολυετούς διαμονής στο εξωτερικό, όπως και η παράλληλη εμπειρία τού να βρίσκεται κανείς ανάμεσα σε δύο τουλάχιστον γλώσσες».
Μπορεί το μυθιστόρημα της Δοξιάδη να μην είναι εντέλει αυτοβιογραφικό, ο κεντρικός του χαρακτήρας, παρόλα αυτά, η Ανθή, θέλει μέσω της αυτοβιογράφησής της να ανακαλύψει και να αποκαλύψει τόσο τη δική της ταυτότητα όσο και την ταυτότητα των οικογενειακών της εταίρων. Κουβεντιάζοντας για τους άλλους και για τον εαυτό της, η Ανθή δεν ταξιδεύει μόνο ακούραστα μέσα στον χρόνο: σπεύδει επιπροσθέτως να ψάξει τη μνήμη της, προσπαθεί να καταλάβει με ποιον ακριβώς τρόπο θα ανασυγκροτήσει την ιστορική πραγματικότητα του καιρού της, αλλά και πώς θα αναδείξει το χρονικό μιας οικογένειας στους κόλπους της οποίας θα συμπεριλάβει όχι μόνο τους κοινωνικά διακεκριμένους, αλλά και τους αφανείς ή τους παραμερισμένους. «Από τις οικογενειακές σχέσεις, που είναι οπωσδήποτε στο κέντρο του μυθιστορήματος, εκείνο που έχει ασφαλώς τη μεγαλύτερη σημασία είναι οι σχέσεις μεταξύ των αδελφών. Το ζήτημα αυτό με απασχολεί πολύ και έχει και συμβολική λειτουργία. Και, βεβαίως, κομμάτι του ίδιου ζητήματος είναι και οι δεσμοί των αδελφών με τους γονείς, που παραπέμπουν σε μιαν εξίσου περίπλοκη και κάθε άλλο παρά μονομερή και μονόχνοτη υπόθεση».
«Το σπίτι στα βράχια» ήρθε απλώς για να μας ανοίξει την όρεξη. Αποτελεί το πρώτο μέρος μιας τριλογίας που τιτλοφορείται «Μία ιστορία μόνο» και η οποία έχει σε πολλά ακόμα να απαντήσει. Όπως ξεκαθαρίζει η συγγραφέας στη συνομιλία μας, «οι επόμενοι τόμοι θα δώσουν πολύ περισσότερες λεπτομέρειες, θα φωτίσουν περισσότερο τα κρίσιμα συμβάντα και θα αναδείξουν κι άλλες οικογενειακές πτυχές».