Ειδήσεις

Η προοπτική για το real estate στη Θεσσαλονίκη και την Ελλάδα

Σε 50.000 – 55.000 τετραγωνικά εκτιμάται ότι ανέρχεται σήμερα η ζήτηση για χώρους αποθηκών και logistics στη Θεσσαλονίκη, ενώ το ζητούμενο εμβαδόν για σύγχρονες γραφειακές εγκαταστάσεις υπολογίζεται σε άλλα 22.000 τετραγωνικά μέτρα. Παρά τις πολλές κρούσεις για ακίνητα του είδους, ωστόσο, στη Θεσσαλονίκη «δεν υπάρχει το κατάλληλο προϊόν» και η πόλη αδυνατεί στην παρούσα φάση να εξυπηρετήσει τη νέα ζήτηση, καθώς ακόμα και αν γίνει ανακατασκευή και ανακαίνιση υφιστάμενων κτηρίων, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους είναι τέτοια, που δεν τα καθιστούν λειτουργικά για τις συγκεκριμένες χρήσεις.

Τις εκτιμήσεις αυτές διατύπωσε απόψε, από τη Θεσσαλονίκη, ο CEO της εταιρείας Cerved Property Services (CPS) A.E., Δημήτρης Ανδρίτσος, μιλώντας σε εκδήλωση που διοργάνωσαν το ACT του Κολλεγίου Ανατόλια και η Οptima Bank. Πρόσθεσε δε, πως υπάρχει επενδυτική διάθεση για κάλυψη της ζήτησης με κατασκευή νέων κτηρίων, π.χ. σε περιοχές της δυτικής Θεσσαλονίκης, αλλά – στις τρέχουσες συνθήκες αβεβαιότητας και υψηλού κατασκευαστικού κόστους – για να δρομολογηθούν νέα μεγάλα επενδυτικά projects «θα χρειαστεί να υπάρξουν συνεργασίες και συμφωνίες “back to back” μεταξύ developers (αυτών που αναπτύσσουν τα ακίνητα) και μελλοντικών χρηστών».

Το Μετρό «ξυπνάει» την αγορά των εμπορικών καταστημάτων

Κατά τον κ. Ανδρίτσο, σημαντική είναι ακόμα η ζήτηση για εμπορικά καταστήματα σε κεντρικούς οδικούς άξονες της Θεσσαλονίκης, ενόψει της ολοκλήρωσης του Μετρό (το 2023). «Πολύ αυξημένη είναι η ζήτηση από πιο μικρούς επενδυτές, που θέλουν να τοποθετηθούν (σε τέτοια ακίνητα) με επενδύσεις της τάξης των 500.000 ευρώ έως 3 εκατ. κοντά στον άξονα του Μετρό και ουσιαστικά αγοράζουν την προοπτική» σημείωσε, ενώ πρόσθεσε ότι η αγορά της Θεσσαλονίκης είναι δελεαστική, γιατί σε αντίθεση με άλλες περιοχές, η πόλη «έχει (θετικό) “story”»: υπάρχουν δηλαδή σε εξέλιξη μεγάλα έργα υποδομών και σημαντικές αναπλάσεις, που προϊδεάζουν θετικά για την προοπτική της στο μέλλον.

Για την οικιστική αγορά, ο κ. Ανδρίτσος επισήμανε πως ανακάμπτει, έχοντας ανακτήσει το 35% των απωλειών της στις τιμές κατά την τελευταία τριετία. Διευκρίνισε ότι η ζήτηση στην αγορά κατοικίας αφορά κυρίως Έλληνες, ενώ στα εμπορικά και επαγγελματικά ακίνητα καταγράφεται δραστηριότητα θεσμικών επενδυτών και funds. Είπε δε πως σήμερα, μόνο μία στις δέκα αγοραπωλησίες κατοικιών γίνεται με τραπεζικό δανεισμό και οι υπόλοιπες με ίδια κεφάλαια, συμπληρώνοντας ότι αν οι τράπεζες επεκτείνουν κι άλλο τη στεγαστική πίστη («ήδη είναι πιο πρόθυμες να δώσουν στεγαστικά δάνεια με εύλογα τραπεζικά κριτήρια»), η αγορά κατοικίας θα τονωθεί περαιτέρω.

Ο κ. Ανδρίτσος επισήμανε, τέλος, πως η ανάπτυξη στα ακίνητα πρέπει να διαχυθεί σε ολόκληρη τη Βόρεια Ελλάδα για να έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη, αναφέροντας ενδεικτικά τις προοπτικές που θα μπορούσαν να διανοιχθούν για περιοχές όπως η Πτολεμαΐδα στην εποχή της απολιγνιτοποίησης και η Αλεξανδρούπολη με το σημαντικό της – ενεργειακά και γεωστρατηγικά – λιμάνι.

Ως προς την επίπτωση της πανδημίας στις τιμές των ακινήτων, διατύπωσε την εκτίμηση ότι αυτή δεν έριξε τις τιμές, οι οποίες άντεξαν, αλλά τη δυναμική της αγοράς, κάτι που μεταφράστηκε σε μικρότερο όγκο συναλλαγών. Σε ό,τι αφορά τον πόλεμο στην Ουκρανία επισήμανε πως αν όλη αυτή η κατάσταση τελειώσει σύντομα, υπάρξει γρήγορη αντίδραση κι η αγορά στηριχθεί, θα είναι εφικτή η επιστροφή σε κάποια κανονικότητα και το πρόσημο για το real estate θα παραμείνει θετικό. «Ισως να δούμε να πηγαίνουν λίγο πίσω κάποιες συμφωνίες, αλλά δεν θα σταματήσουν» πρόσθεσε.

Με ενδιαφέρον κοιτάζουν την Ελλάδα επενδυτές από το εξωτερικό, καθώς και διεθνή funds, σύμφωνα με τον partner της Deloitte Greece, Χρήστο Κοσμά, υπεύθυνο για την αγορά real estate στην Ελλάδα. «Υπάρχουν πάρα πολλοί Έλληνες developers στους οποίους έχουν μπει ξένοι επενδυτές, η ελληνική αγορά δεν τους είναι άγνωστη», είπε, επισημαίνοντας ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία και το υψηλό ενεργειακό και κατασκευαστικό κόστος επηρεάζουν τις επενδύσεις.

Ο κ. Κοσμάς ανέφερε ενδεικτικά ότι, από το 2018 έως σήμερα οι συναλλαγές μόνο για επενδύσεις άνω των 50 εκατ. ευρώ στην ελληνική αγορά real estate, συμπεριλαμβανομένων εκείνων στον τομέα του τουρισμού, αθροίζονται σε περίπου 1,5 δισ. ευρώ.

Αφού περιέγραψε τις νέες τάσεις που διαμορφώνονται παγκοσμίως στo real estate, αλλά και το πώς αντέδρασε στην πανδημία η ευρωπαϊκή αγορά ακινήτων, ο κ. Κοσμάς αναφέρθηκε στη στρατηγική σημασία της Θεσσαλονίκης, όπου η Deloitte έχει δημιουργήσει το πρότυπο κέντρο τεχνογνωσίας, εκπαίδευσης και καινοτομίας Deloitte Alexander Competence Center (DACC), απασχολώντας εκατοντάδες επιστήμονες.

Τα δύο «κλειδιά» για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και του real estate στην Ελλάδα

Ιδιαίτερα ευοίωνες χαρακτήρισε τις προοπτικές για τον κλάδο του real estate o CEO της Optima Bank, Δημήτρης Κυπαρίσσης, επισημαίνοντας ότι η ελληνική αγορά ακινήτων καταγράφει την τελευταία διετία συνεχή πορεία ανάπτυξης, κάτι που αποτυπώνεται τόσο στις τιμές, όσο και στον ρυθμό έκδοσης νέων οικοδομικών αδειών.

Ο κ.Κυπαρίσσης επισήμανε ότι ακόμα ότι «δύο είναι τα πράγματα που θα βοηθήσουν την ελληνική οικονομία και ως εκ τουτου και το real estate: το ένα έχει να κάνει με τα κονδύλια ύψους περίπου 80 δισ. ευρώ, που θα εισρεύσουν ώς το 2027 στην Ελλάδα από την Ευρώπη μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, του ΕΣΠΑ, της ΚΑΠ και άλλων προγραμμάτων και το δεύτερο με την ικανότητα του τραπεζικού συστήματος να διοχετεύσει ρευστότητα στην αγορά.

Μονοψήφια ποσοστά κόκκινων δανείων σε όλες τις τράπεζες το 2022

Σχολιάζοντας τα όσα λέγονταν τα προηγούμενα χρόνια περί κλειστών στροφιγγών των τραπεζών ως προς τα δάνεια, ο κ. Κυπαρίσσης είπε: «Αν οι τράπεζες έχουν καταθέσεις θα δίνουν και δάνεια». Επισήμανε ότι κατά τη δεκαετία του 2010 δεν έδιναν δάνεια, γιατί δεν υπήρχαν τα χρήματα, ενώ ανασταλτικά λειτουργούσαν και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια-ΝPL («περίπου το 50% των δανείων έφτασε σε κάποια στιγμή να είναι προβληματικό»).

Πρόσθεσε ότι η εικόνα έχει τώρα αλλάξει και το πρόβλημα των NPL έχει μειωθεί πάρα πολύ, επισημαίνοντας ότι όλες οι τράπεζες αναμένεται να βρεθούν με μονοψήφια ποσοστά κόκκινων δανείων το 2022. «Αυτό σημαίνει ότι η όρεξη των τραπεζών να δανείσουν θα είναι υψηλή και δεδομένου ότι υπάρχει ρευστότητα στην ελληνική τραπεζική αγορά, είμαι σίγουρος ότι τα χρήματα θα πάνε προς την οικονομία» υπογράμμισε.

«Όλες οι συνθήκες είναι εδώ για ισχυρή ανάπτυξη»

Σε ό,τι αφορά γενικά την οικονομία εκτίμησε πως «όλες οι συνθήκες είναι εδώ για μια ισχυρή ανάπτυξη», υπενθυμίζοντας μεταξύ άλλων ότι το 2022 η Ελλάδα αποπληρώνει πλήρως το ΔΝΤ, ενώ «πάνω από το 60% του υπόλοιπου χρέους βρίσκεται στα χέρια της ΕΚΤ και των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και άρα όχι σε κερδοσκοπικά χέρια».

Για τον πληθωρισμό επισήμανε πως θεωρεί ότι σε ένα μέρος του είναι τεχνητός, αναφερόμενος ενδεικτικά στις αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας, ενώ για την κρίση στην Ουκρανία διατύπωσε την εκτίμηση πως «δεν θα διαρκέσει πάρα πολύ, θα βρεθεί λύση και θα πάμε στην επόμενη μέρα».

Η εκδήλωση άνοιξε με χαιρετισμό του προέδρου του «Ανατόλια», Πάνου Βλάχου, ο οποίος γνωστοποίησε ότι το Κολλέγιο προσελκύει κάθε χρόνο στη Θεσσαλονίκη περί τους 700 ξένους φοιτητές, ενώ γνωστοποίησε ότι εντός του 2023 θα ολοκληρωθούν τα έξι νέα κτήρια στο campus του ιδρύματος, ύψους επένδυσης 35 εκατ. ευρώ.

Πηγή