Ειδήσεις

Μη μιλάς δεν είναι απαρέμφατο (Μυθιστόρημα) και Βατσνιές (διηγήματα)

Βασίλης Τσιγαρίδας

Πολλοί συγγραφείς έχουν προσπαθήσει να βασίσουν τα μυθιστορήματά τους σε μία απίθανη ιδέα, που από μόνη της προσελκύει τον αναγνώστη, «αναγκάζοντάς» τον να ξεφυλλίσει το βιβλίο. Εν προκειμένω, ο Χατζηκυριακίδης πέτυχε διάνα αφού η σύλληψη της ιδιωτικοποίησης της γλώσσας και της επιβολής της χρήσης της με έναν συγκεκριμένο τρόπο από μια νεοφιλελεύθερη και εθνικιστική κυβέρνηση (με την απειλή επιβολής διοικητικών και ποινικών κυρώσεων) αποτελεί ένα απίθανο εύρημα, επιπέδου Σαραμάγκου. Φυσικά, όποιος έχει διαβάσει το «Γκρόβερ» ή το «Σκαλωμένοι σε ένα μπαρ» καταλαβαίνει ότι ο συγγραφέας δεν έχει κανένα πρόβλημα να κακομεταχειριστεί και να διακωμωδήσει την ιδέα του ποικιλοτρόπως, τόσο σε επίπεδο πλοκής όσο και σε επίπεδο αφηγηματικών μέσων. Έτσι, σε διάφορα σημεία αποδεικνύει ότι ξέρει καλά την τέχνη της γραφής αλλά, ταυτόχρονα, βαριέται να επενδύσει σε αυτήν. Το αποτέλεσμα είναι, παραδόξως, απροσδόκητα σπαρταριστό.

Όποιος αγαπάει το πολιτικό μυθιστόρημα, έχει κάθε λόγο να διαβάσει το «Μη μιλάς δεν είναι απαρέμφατο». Αν σε κάτι δεν κάνει εκπτώσεις ο συγγραφέας είναι οι επιστημονικές του θέσεις για τη γλωσσολογία -οι οποίες παρουσιάζονται, ως επί το πλείστον, με απολύτως κατανοητό τρόπο- και η πολιτική του αγωνία, η οποία διατρέχει όλο το κείμενο από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα. Μάλιστα δεν παίρνει συγκεκριμένη πολιτική θέση εντός της πολιτικής του ταυτότητας. Αντίθετα, η διαρκής αποστασιοποίησή του από την εξέλιξη της πολιτικής πραγματικότητας του έργου αφήνει μεγάλο περιθώριο για διάλογο και αμφισβήτηση.

ΥΓ. Ο συγγραφέας δήλωσε σε πρόσφατη συνέντευξή του ότι το «Μην μιλάς, δεν είναι απαρέμφατο» αποτελεί το τρίτο μέρος της τριλογίας που ξεκίνησε με το “Γκρόβερ” και συνεχίστηκε με το “Σκαλωμένοι σε ένα μπαρ”. Στήριξε, δε, αυτήν του την τοποθέτηση στο γεγονός ότι η γλωσσική υφολογική ιδιαιτερότητα των δύο πρώτων βιβλίων είναι το θέμα του τρίτου. Ο προσεκτικός αναγνώστης, ωστόσο, θα παρατηρήσει μείζονες διαφορές -σε όλα τα επίπεδα- μεταξύ του τρίτου και των δύο πρώτων έργων. Προσωπικά προτείνω να διαβάσετε πρώτα το “Γκρόβερ” (για να έρθετε σε επαφή με το ιδιαίτερο στυλ του) και μετά το “Απαρέμφατο”.

H συλλογή διηγημάτων: Βατσ’νιές – πυκνές καρτ-ποστάλ από τα Βαλκάνια, με υποσημείωση στο πυκνές “και ενίοτε εμπαθείς”, είναι, ίσως, το σημαντικότερο έργο του συγγραφέα μέχρι σήμερα. Θα έλεγα, μάλιστα, ότι πρόκειται για ένα σημαντικότατο σύγχρονο έργο, ένας λογοτεχνικός Οικονομίδης χωρίς πρόδηλη βία.

Ο συγγραφέας διατηρεί το στυλ γραφής των προηγούμενων βιβλίων του, διαχειρίζεται τη μικρή φόρμα με όμορφο τρόπο που θυμίζει Αμερικανούς συγγραφείς (Κάρβερ και μετά) και επικεντρώνεται στη, μάλλον, αγαπημένη του θεματολογία: Τη βαλκανική ιδιαιτερότητα της βόρειας Ελλάδας, όπως αποτυπώνεται στη γλώσσα, τις συνήθειες, τις οικογενειακές σχέσεις, τις φιλοδοξίες των ανθρώπων, τις αντιλήψεις τους κ.ο.κ.

Όποιος ενδιαφέρεται να αναστοχαστεί πάνω στη βαλκανική του ταυτότητα (με απολύτως σύγχρονους όρους) ας διαβάσει αυτό το βιβλίο. Όποιος, δε, έχει διαβάσει το ομολογουμένως αριστουργηματικό “Γκιακ”, σίγουρα θα εντοπίσει τις ομοιότητες: Αν το “Γκιακ” μας ταξιδεύει στη συλλογική μας μνήμη και το παρελθόν, το “Βατσ’νιές” μας καλεί -με χιούμορ και χαμηλόφωνα, -όσο χαμηλόφωνα χρειάζεται- να αποδεχτούμε με αγάπη όλα εκείνα τα ταυτοτικά βαλκανικά μας στοιχεία που επιβιώνουν στο σήμερα, αποκαθαίροντάς τα από τα θλιβερά τους κατάλοιπα της μισαλλοδοξίας.

Λίγα λόγια για τον Βασίλη Τσιγαρίδα

Ο Βασίλης Τσιγαρίδας γεννήθηκε το 1989. Είναι δικηγόρος Θεσσαλονίκης, δρ. Νομικής Σχολής ΑΠΘ και ασχολείται με το δημόσιο δίκαιο.

Λίγα λόγια για τον Στέργιο Χατζηκυριακίδη

O Στέργιος Χατζηκυριακίδης γεννήθηκε το 1980 στα Γρεβενά.  Σπούδασε Ελληνική Φιλολογία/Γλωσσολογία στο  ΑΠΘ και Υπολογιστική Γλωσσολογία στο King’s College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Δούλεψε ως υπολογιστικός γλωσσολόγος στα πανεπιστήμια του Λονδίνου, του Μονπελιέ του Γκέτεμποργκ και στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου. Από τον Ιούλιο του 2021 εργάζεται ως καθηγητής Υπολογιστικής Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.

 

 

Πηγή